Σε κάθε σκεπτόμενο Πολίτη εντός και εκτός Ελλάδος είναι γνωστό και συχνά επαναλαμβανόμενο ότι η αντιμετώπιση της κάθε κοινωνικής τάξης από το κράτος είναι διαφοροποιημένη και παντελώς άνιση. Ως ανισότητα ορίζουμε την άδικη και μη αντικειμενικά εδραιωμένη διαφοροποιημένη μεταχείριση λόγω γνωρισμάτων ή κριτηρίων που ο Ανθρωπισμός δεν αναγνωρίζει ως βάσιμη αιτιολογία. Η βασική ανισότητα τέτοιου τύπου εμπίπτει σε κριτήρια βάση των οποίων μία ομάδα ( συνήθως μικρότερη σε αριθμό και αμφιβόλων ικανοτήτων ) εδραιώνει υποκειμενικά δικαίωμα ελέγχου και κυριαρχίας σε μία άλλη, μεγαλύτερη.
Μία από αυτές τις κατάφωρες παραβιάσεις που προωθούν την ανισότητα και καταπατούν τα Ανθρώπινα Δικαιώματα είναι η εξόφθαλμη ανισότητα στις κοινωνικοοικονομικές παροχές και υποχρεώσεις όπως αυτές διαμορφώνονται ανά οικονομική τάξη.
Έτσι, παρατηρούμε το κωμικοτραγικό φαινόμενο της Ελληνικής κυβέρνησης που παρακαλάει τις τράπεζες και τα μέλη της πλουτοκρατικής τάξης να δεχθούν να πάρουν υπέρογκο ποσό χρημάτων σε σημείο που να παρουσιάζεται μέσα από τα ΜΜΕ ότι η κάθε τράπεζα που το δέχεται προσφέρει κοινωνικό έργο και κάνει τεράστια παραχώρηση. Είναι σημαντικό επίσης να επισημάνουμε ότι για την οικονομική ενίσχυση των τραπεζών οι οποίες ανερυθρίαστα παρουσιάζουν να έχουν πετύχει τεράστια αύξηση στα κέρδη τους στην εποχή που επιχειρήσεις κλείνουν και εργαζόμενοι απολύονται μαζικά ή υφίστανται μείωση στους μισθούς τους, το υπέρογκο ποσό εμφανίστηκε εν ’ριπή οφθαλμού και από μυστηριώδεις πόρους αφού ακόμα και τώρα η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει κανένα περιθώριο για παροχή στήριξης στα μεσαία και χαμηλά κοινωνικά στρώματα.
Όχι μόνο το κράτος δεν προτίθεται να βοηθήσει τους Πολίτες όπως βοηθάει τις τράπεζες αλλά τους καταδιώκει και τους απομυζά ότι μπορεί περισσότερο τόσο από το προσωπικό τους εισόδημα το οποίο καλύπτει πλέον μόνο βασικές ζωτικές ανάγκες όσο και από την κοινή Εθνική περιουσία, τον κοινό πλούτο και την πρόβλεψη για το μέλλον που είχε από κοινού συμφωνηθεί με την δημιουργία της κοινωνικής ασφάλισης. Δηλαδή, ισχυριζόμενο ότι θα δώσει πενιχρή ελεημοσύνη από τα κλοπιμαία και την περιουσία που έχει υπεξαιρέσει από τον Λαό, ακόμα πιο ασύδοτα επιδίδεται σε σύληση πλέον και όχι μόνο καταφάγωμα του Έθνους και της Χώρας . Ενώ ο Λαός εκβιάζεται και πιέζεται με διάφορους τρόπους που ήδη έχουμε αναλύσει να πληρώσει από αυτά που δεν έχει, ρευστοποιώντας ή υποθηκεύοντας πατρογονική περιουσία, από την κεφαλαιοκρατική τάξη και επάνω επικρατεί τεράστια και αναιδέστατη επίδοση, χειρισμού, διαχειρίσεως και κατασπαταλήσεως πλούτου για επετείους και εορτές και έργα που είναι άχρηστα και καταχρηστικά και ουδόλως ενδιαφέρουν τον Λαό παρ’ εκτός εκείνων που επωφελούνται από τις αδιαφανείς διαδικασίες κατασκευής, εκποιήσεως και εκμεταλλεύσεως των ( όπως π.χ. τα εορταστικά κονδύλια για τα 70 χρόνια της Ελληνικής ραδιοφωνίας, η αντικατάσταση των υαλοπινάκων Ολυμπιακού ακινήτου που προοριζόταν για υπουργείο με πανάκριβα αλεξίσφαιρα τζάμια και κατόπιν χαρίστηκε σε ‘ανταλλαγή’, η ανέγερση καταχρηστικών ή πλεοναζόντων κτιρίων και εγκαταστάσεων / κατασκευών καθώς και δαπάνες αστρονομικές για λαμπερές γιορτές, γάμους και βαφτίσια ).
Στα μέλη της πλουτοκρατικής τάξης, από ‘μοναχούς’ και ‘ιερείς’ έως εφοπλιστές και ειδική τάξη δημοσιογράφων, ο νόμος ωχριά και η δική τους γνώμη, παρουσία και θέληση έχει το κύρος τουλάχιστον γνωμοδοτήσεως ασχέτως περιεχομένου και θρασύτατης κεκαλυμμένης παραδοχής όπως στην περίπτωση της συνέντευξης της οικογενείας Πελέκη, Βουλγαράκη, Ρουσσόπουλου, Βγενόπουλου, ‘ιερέων’ και πλήθος άλλων.