Για να υπάρξει μία δικτατορία πρέπει πρώτα να λάβει χώρα ένα πραξικόπημα το οποίο θα καταλύει το Σύνταγμα και τους νόμους, επιβάλλοντας ένα κράτος αυθαιρεσίας και βίας το οποίο δεν έχει καμία σχέση με τίποτε Δημοκρατικό. Το 1967 συνέβη με στρατιωτική βία και πραξικόπημα, και η δικτατορία που ακολούθησε ονομάσθηκε « δικτατορία των συνταγματαρχών» αφού αυτοί που χρησιμοποιούσαν φαινοτυπικά το πραξικόπημα αυτό για να κυβερνήσουν ήταν συνταγματάρχες. Κατά την διάρκεια της δικτατορίας τους κατέλυσαν ανοιχτά τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, τρομοκράτησαν τον Λαό μέσω στρατιωτικής και αστυνομικής βίας και προέβησαν σε προγραφές οποιωνδήποτε αντιστεκόταν ή αποτελούσαν κίνδυνο για το απολυταρχικό αυτό καθεστώς.
Όμως η δικτατορία αυτή των συνταγματαρχών δεν μπόρεσε να κρατήσει πολύ ( μία επταετία δεν θεωρείται επαρκής χρόνος για ένα καθεστώς ) διότι ο εμφανής βίαιος και καταδυναστευτικός χαρακτήρας που είχε προκαλούσε την μήνη του Λαού και συστηματικά κλιμακούμενη άνοδο της αντιδραστικότητας του παρόλο τον εκβιασμό που του γινόταν σε βασικό επίπεδο ( δηλαδή ‘ κάτσε ήσυχα αλλιώς θα σε σκοτώσω’ ). Ο Λαός την αποτίναξε και την απέρριψε παρόλο τον εκβιασμό και την τρομοκρατία με τις στάσεις που έκανε το 1971 και το 1973 και επέδειξε εμφανέστατα την πρόθεση του για ανεξαρτησία και πλήρη απόρριψη της πολιτικής σκηνής. Για αυτό τον λόγο εξαναγκάστηκαν να υπονομεύσουν την αίσθηση της δύναμης που ο Λαός είχε αποκτήσει με την κατάληψη της Κύπρου και το μποϋκοτάζ που έγινε στους Έλληνες που θέλησαν να υπερασπιστούν τους Κύπριους Αδελφούς μας ( σύσσωμη η Ελλάδα κατέβηκε για να καταταχθεί και να αποσταλεί στην Κύπρο ) : τους ειπώθηκε σε όλες τις κεντρικές πλατείες και τα κέντρα κατατάξεως που είχαν συναχθεί ως Λαοθάλασσα σε όλες τις κεντρικές πόλεις ότι δεν είχαν εξοπλισμό και δεν είχαν την δυνατότητα να επαναλάβουν αυτό το οποίο πολλάκις οι Έλληνες έχουν κατορθώσει στην σύγχρονη πολεμική τους ιστορία. Αναγκάσθηκαν λόγω της ύπαρξης της θάλασσας, η οποία δεν επέτρεπε πρόσβαση στο νησί παρά μόνο με πλοία τα οποία οι εφοπλιστές και οι κυβερνητικοί είχαν αλυσοδέσει, να επιστρέψουν πίσω ειδάλλως όπως και το 1940 θα είχαν αυτοβούλως και με ίδια μέσα συρρεύσει στην υπεράσπιση της Κύπρου.
Θα αναλύσουμε εκτενέστερα την προδοσία που έλαβε χώρα στην Κύπρο σε άλλο άρθρο. Ο λόγος που την αναφέρουμε είναι διότι είναι το χτύπημα στην αίσθηση δύναμης του Λαού που καταφέρθηκε και τον έκανε να αισθάνεται ότι είναι αδύναμος, απροετοίμαστος, δειλός και ανήμπορος. Συνεπώς ανίκανος να έχει κάνει ένα κατόρθωμα όπως το να αποτινάξει μία δικτατορία ( άσχετα εάν το είχε ήδη κάνει όπως και πολλάκις στην σύγχρονη ιστορία του ) και κατέστη δυνατό να μπορέσει ο Κ. Καραμανλής ο πρεσβύτερος να καπηλευθεί την δύναμη και την νίκη του Λαού και να φανεί ότι αυτός αποτίναξε μυστηριωδώς και θαυματουργικώς τον δυνάστη του Λαού από μακριά και χωρίς καμία πράξη που να μπορεί να το δικαιολογεί αυτό.
Αυτή η ύπουλη πράξη χειρισμού, άκρως σχεδιασμένη από ειδικούς κοινωνιολόγους και κοινωνικούς ψυχολόγους, κατέστησε την έννοια του πολιτικού ως ένα είδος ημιθέου και προστάτη του Λαού. Ο πολιτικός σύμφωνα με αυτή την παρουσίαση και τον χειρισμό φαίνεται παντοδύναμος, παντογνώστης, άτρωτος και απρόσιτος : δηλαδή είναι ένας μικρός θεός ο οποίος πρέπει να λατρεύεται, να τον υπακούν και να τον ικετεύουν για να δεήσει να ανταποκριθεί ελάχιστα στα αιτήματα του Λαού. Ταυτόχρονα ο Λαός φαίνεται ως αδύναμος, αδαής, χαμηλού επιπέδου, κοντόφθαλμος, επιπόλαιος και κατά μέσο όρο χαζός, άρα και με ανάγκη κηδεμόνα ο οποίος γνωρίζει καλύτερα και δεν τον ακούει, επειδή κανείς δεν ακούει έναν χαζό.
Αυτή η βάση και η προπαγάνδα η οποία καλλιεργήθηκε συστηματικά κατά την διάρκεια της μεταπολίτευσης εμφύσησε σε έναν άφοβο, ανεξάρτητο και περήφανο φιλελεύθερο Λαό τον φόβο, την εξάρτηση και την ευθυνοφοβία. Επειδή όμως αυτό είναι επιφανειακό και με το παραμικρό ερέθισμα η υπερηφάνεια, δύναμη και ανεξαρτησία του Λαού βγαίνει ( και έβγαινε ) στην επιφάνεια, πράγμα που απειλεί ( και απειλούσε ) σε τεράστιο βαθμό αυτούς που απομυζούν τον Λαό χρειάστηκε να επιβληθεί δικτατορία στα επίπεδα του 1967.
Όμως αυτό δεν θα ήταν εφικτό να κρατήσει εάν η δικτατορία ήταν εμφανής και με βία στρατιωτική. Αυτό λοιπόν το οποίο έγινε και ισχύει μέχρι και σήμερα είναι όχι η δικτατορία των συνταγματαρχών αλλά η δικτατορία των πολιτικών :
Πώς επιτυγχάνεται αυτό το πραξικόπημα ;
1. επανδρώθηκε όλος ο δημόσιος τομέας στις νευραλγικές του θέσεις με άτομα πλήρως υπάκουα ( λόγω οικονομικής και κοινωνικής εξάρτησης ) στους πολιτικούς.
2. επεβλήθη αμάθεια σε όλον ανεξαιρέτως τον Λαό, στον οποίο η παπαγαλία χωρίς κατανόηση του περιεχομένου έγινε ο μόνος τρόπος προαγωγής στην εκπαίδευση (η οποία εκπαίδευση ανέκαθεν ήταν άκρως σημαντική για την Ελληνική ταυτότητα ). Δόθηκαν συγκεκριμένα προπαγανδιστικά σλόγκαν για να παπαγαλίζονται από τον Λαό ως αξιώματα που κανείς δεν αμφισβητεί ( π.χ. « ο πολιτικός είναι για να κυβερνάει», « ο Λαός δεν γνωρίζει για να κρίνει»,
« πρέπει να ακολουθήσουμε την πρόοδο του εξωτερικού», « οι Έλληνες είναι
αδύναμοι, υποανάπτυκτοι, και απολίτιστοι», κ.ά. ).
3. το Σύνταγμα και οι νόμοι έπαψαν εφαρμόζονται και να να διδάσκονται και διδάχθηκε ότι μόνο οι δικηγόροι είχαν δικαίωμα και ικανότητα να γνωρίζουν και να αποφαίνονται επ’ αυτών. Η δικαιοσύνη αναδείχθηκε σε δύναμη υπέρτατη που οι Πολίτες δεν μπορούσαν και δεν είχαν δικαίωμα να κρίνουν και να εκτιμούν ( δηλαδή κατά πόσο κρίνει και λειτουργεί σωστά ) ούτε και να απαιτούν δίωξη ή τιμωρία επίορκων δικαστών ή δικηγόρων ή εισαγγελέων. Οι μόνοι που επιδεικτικά αγνοούν την δικαιοσύνη είναι οι πολιτικοί, οι μικροί θεοί του κράτους, στους οποίους όλοι οι δικαστικοί και δικηγόροι υπακούν και υπηρετούν τυφλά ( π.χ. απαξίωση του δικαστηρίου με μη εμφάνιση ή μη συμμόρφωση με την επιβαλλομένη ποινή παρεκτός όταν αυτό εξυπηρετεί προπαγάνδα ή πολιτική προς τον Λαό ).
4. η αστυνομία επίσης επανδρώνεται από άτομα πλήρως υπάκουα και εξαρτημένα από τους πολιτικούς : προστατεύουν, υπηρετούν και είναι ακόλουθοι των πολιτικών, εκφοβίζοντας, αγνοώντας και αφήνοντας ακάλυπτο τον Λαό όχι μόνο από τα διάφορα κακοποιά στοιχεία του κοινού ποινικού κώδικα ( ληστές, βιαστές, δολοφόνους, μαστροπούς, εκβιαστές, υπόκοσμο, κλπ ) αλλά και εξαναγκάζοντας μέσω εκφοβισμού τον Λαό να έχει στάση υποτακτικού και υπηρέτη προς τους πολιτικούς ( π.χ. η στάση και συμπεριφορά της αστυνομίας σε νόμιμες ειρηνικές διαδηλώσεις του Λαού όπου επιτίθονται με δακρυγόνα, κλόμπ, χημικά στον Λαό για να προσδώσουν δύναμη και να κρατήσουν απόμακρους τους πολιτικούς ).
5. οι δικηγόροι που επιτρέπεται να ασκήσουν το επάγγελμα τους δεν εφαρμόζουν τους νόμους ούτε ποτέ αντιτίθονται σε επίορκους δικαστικούς οι οποίοι παραβαίνουν κατάφωρα το Σύνταγμα και την νομοθεσία ενώ ταυτόχρονα εκφοβίζουν τον κάθε πελάτη τους ότι ακόμα και εάν έχει δίκιο αυταπόδεικτο με στοιχεία, με αποδείξεις, με έγγραφα και με νομοθεσίες είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα χάσει μία δίκη χωρίς δικηγόρο ή και με αυτόν. Οι δικηγόροι και οι πάσης φύσεως νομικοί αρνούνται να ελέγξουν και να καταγγείλουν οποιονδήποτε αξιωματούχο και πολιτικό εξόφθαλμα παραβαίνει τον νόμο ή ψηφίζει / δημιουργεί / υπογράφει νόμους άκρως αντισυνταγματικούς ( παρ’ όλο που το Σύνταγμα επιτάσσει και διατάσσει αν το κάνουν ).
6. τα ΜΜΕ, τα οποία ανήκουν σε συγκεκριμένα άτομα συνδεδεμένα, εξαρτημένα ή που ελέγχουν πολιτικούς ( ή και στους ίδιους τους πολιτικούς ) δεν αφήνουν καμία πραγματική Λαϊκή φωνή την οποία δεν μπορούν να ελέγξουν ή να χειραγωγήσουν να ακουστεί και επιβάλλουν όλα τα παραπάνω στοιχεία με διάφορες μεθόδους προπαγάνδας όπως δημοσκοπήσεις ( εντελώς αντιεπιστημονικές μεθοδολογικά ), σχολιασμούς ειδήσεων, ειδικών μοντάζ, απόκρυψη της πραγματικής παγκόσμιας αλλά και τοπικής πολιτικής και κοινωνικής εικόνας ( όπως π.χ. η προβολή της πολιτικής κατάστασης της Αμερικής ως το μόνο πολίτευμα και status quo επί της γής στην εποχή μας ενώ σε μέρη όπως η Βενεζουέλα, η Βολιβία, κ. ά. Επικρατεί τελείως διαφορετική λογική και πολύ πιο προηγμένη κοινωνικοποίηση του Λαού σε βάρος της παγκοσμιοποίησης, της ιδιωτικοποίησης και αναγκαίας μεγαλοεπιχειρηματικής αρωγής και της θεοποίησης των πολιτικών ).
Τα παραπάνω χαρακτηριστικά του διοικητικού πραξικοπήματος που έχει λάβει χώρα στην Ελλάδα επιστημονικά επιβεβαιώσαμε με τις εξής ενέργειες :
Κατ’ αρχάς συντάξαμε το νομικό κείμενο της διακήρυξης ( μπορείτε να το δείτε στην σελίδα του ακτιβισμού ) όπου, όπως λέει το Σύνταγμα και όπως προπαγανδίζουν οι πολιτικοί και η δικαιοσύνη ότι κάνουν εάν τους γίνει γνωστοποίηση, αναφέραμε λεπτομερώς όλα τα αντισυνταγματικά φαινόμενα και πολιτικές καθώς και την λίστα των άρθρων του συντάγματος που καταπατούνται. Σύμφωνα με την προπαγάνδα που προβάλλεται όπου αναφέρεται παραβίαση του νόμου η δικαιοσύνη ( και οι πολιτικοί και οι δημοσιογράφοι των ΜΜΕ ) άμεσα προβαίνει σε δίωξη των υπευθύνων και αποκατάσταση της τάξης ή τουλάχιστον εξέταση των κατηγοριών.
Αφού αφήσαμε παραπάνω από τον Συνταγματικά και νομικά επιτρεπόμενο χρόνο επεξεργασίας του κειμένου που αποστείλαμε ( το οποίο επιδώσαμε επισήμως με δικαστικό επιμελητή ώστε να μην μπορούν να ισχυρισθούν ότι χάθηκε και δεν το έλαβαν ) αναζητήσαμε και απαιτήσαμε την απάντηση και ανταπόκριση που επιβάλλει ο νόμος.
Ο πρωθυπουργός της χώρας Κ. Καραμανλής ευθαρσώς δήλωσε ότι δεν επρόκειτο να αποκαταστήσει το σύνταγμα όπως και ορκίστηκε.
Ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Κ. Παπούλιας ( ο οποίος είναι υπεύθυνος για την προάσπιση και συντήρηση του Πολιτεύματος ) είπε το ίδιο.
Ο προέδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου του Κράτους είπε το ίδιο.
Ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας είπε το ίδιο.
Ο πρόεδρος της Βουλής αρνήθηκε να λάβει θέση.
Στον εισαγγελέα πήγαμε αυτοπροσώπως την Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου του 2008. Αφού κατ’ αρχάς μας έγινε εκφοβισμός με φωνές, απαξίωση και φέρσιμο που αρμόζει μόνο σε κατάφωρους εγκληματίες για να αποτραπούμε από την νόμιμη μας έρευνα της πορείας της καταγγελίας μας ( για την οποία ο εισαγγελέας δεν ήθελε επ’ ουδενί να μας πληροφορήσει ), μάθαμε από απλούς υπαλλήλους ότι η καταγγελία μας για την παραβίαση του Συντάγματος που έχουν ορκιστεί να υπερασπίζουν και την έκκληση μας για προστασία μας ως Πολίτες μέχρι την αποκατάσταση της τάξης έχει τεθεί στο άρχειο.
Ζητήσαμε όπως ο νόμος ορίζει και κάθε ένας έχει υποχρέωση από τον νόμο να απαιτεί ( καθότι το έγγραφο νομιμοποιεί τον λόγο ) να μας δοθεί αυτή η πληροφορία γραπτά καθώς και το όνομα του υπευθύνου εισαγγελέα που έδωσε εντολή να τεθεί στο αρχείο. Οι υπάλληλοι φοβήθηκαν και άρχισαν να επιζητούν την κάλυψη των προϊσταμένων τους για να μην τους γίνουν κυρώσεις σε περίπτωση που ακολουθήσουν τον νόμο χωρίς να πάρουν άδεια.
Καταλήξαμε στο γραφείο ενός εισαγγελέα διοικητικού (Εισαγγελέας Διοικητικού, Εσωτερικών Υποθέσεων και Ένδικων Μέσων) ο οποίος είναι και ο αρμόδιος για αυτές τις εντολές ( όπως προφορικά μας είχαν πληροφορήσει οι υπάλληλοι ) ο οποίος αφού αρνήθηκε ( με φωνές, χτυπήματα του χεριού του στο τραπέζι και δραματικές χειρονομίες ) να μας δώσει εγγράφως ότι μας είχε ειπωθεί προφορικώς, με ακριβώς τα ίδια λόγια με τα οποία αρνήθηκαν και όλοι οι προαναφερόμενοι αποδέκτες της καταγγελίας μας ( « είμαι εδώ για να αποδίδω δικαιοσύνη και όχι να απαντώ σε αλληλογραφία με τους Πολίτες» ), έφυγε τρέχοντας από το γραφείο του ( χωρίς καν να καθυστερήσει να πάρει το επώνυμο σακάκι του ή να διαφυλάξει έκθετα υπηρεσιακά έγγραφα τα οποία είχε ανοικτά στο γραφείο του ) αρνούμενος να μας πεί το όνομα του όπως και είναι υποχρεωμένος από το νόμο.
Αντ’ αυτού έστειλε τους δύο αστυνομικούς που ήταν φρουροί στον όροφο να μας απειλήσουν με δικαστικές κυρώσεις ( που καμία νομοθεσία δεν υποστηρίζει ) σε περίπτωση που δεν φεύγαμε αμέσως από το γραφείο και δεν παραιτούμασταν από τα νόμιμα αιτήματα μας. Αφού αυτό δεν έπιασε αφού εμείς είπαμε ότι εάν πίστευαν ότι υπήρχε τέτοιος νόμος να τον εφήρμοζαν, προσπάθησαν οι συγκεκριμένοι αστυνομικοί με βοήθεια τριών υπαλλήλων τους οποίους ο εισαγγελέας και οι αστυνομικοί ζήτησαν να τους συνδράμουν να μας εκφοβίσουν με τον λόγο « ο εισαγγελέας είναι υπεράνω του νόμου και είναι ο νόμος και εάν τον αμφισβητήσεις σε συλλαμβάνουμε». Αυτό, όσο και εάν φαίνεται αστείο σε όποιον άνθρωπο γνωρίζει την ιδέα και μόνο που διέπει ένα δημοκρατικό πολίτευμα, είναι πολύ σοβαρή απειλή που εκφοβίζει και φιμώνει και τρομοκρατεί ένα μεγάλο ποσοστό των Πολιτών καθώς ακούγεται και επιβάλλεται ως αξίωμα από τις ειδήσεις. Όταν και αυτό δεν έπιασε, αφού εξηγήσαμε ήρεμα ότι μόνο σε δικτατορία αυτό αληθεύει καθότι ο νόμος και το Σύνταγμα της Ελλάδος δεν δίνει τέτοιες υπερεξουσίες σε κανέναν δικαστικό ή πολιτικό αλλά αντίθετα τους τιμωρεί, οι αστυνομικοί απείλησαν με βία την οποία είπαν ευθαρσώς ότι ο εισαγγελέας διέταξε να εξασκήσουν επάνω μας. Πρόσθεσαν επίσης ότι εάν δεν το έκαναν ( καθότι είπαν ότι δεν το ήθελαν οι ίδιοι ) θα είχαν άμεσες και βαριές κυρώσεις από τον συγκεκριμένο εισαγγελέα και ότι ήδη θα είχαν κυρώσεις διότι δεν μας είχαν βιαίως βγάλει από το γραφείο μέχρι τότε.
Εμείς επαναλαμβάναμε ότι με το που θα μας έδινε ο εισαγγελέας το όνομα του και γραπτή αναφορά των πράξεων της υπηρεσίας του σε σχέση με την εξώδικη καταγγελία μας θα αποχωρούσαμε κανονικά όπως είχαμε σκοπό να πράξουμε. Ο εισαγγελέας όμως δεν εμφανίστηκε και οι αστυνομικοί, παρουσία άλλων εισαγγελέων και υπαλλήλων μας πέταξαν στο πάτωμα από τα καθίσματα στα οποία καθόμασταν και έπειτα μας σήκωσαν τραβώντας μας από τα χέρια και τα πόδια ενώ εμείς διαμαρτυρόμασταν για την αντισυνταγματικότητα των πράξεων αυτών και την αντισυνταγματική συμπεριφορά. Όσοι Πολίτες που έτυχε να βρίσκονται εκεί και έτρεξαν σε βοήθεια μας καθώς και υποστήριξη του δικαίου των αιτημάτων μας, σοκαρισμένοι από την ωμότητα που έβλεπαν και δεν περίμεναν σε εισαγγελία Δημοκρατικού Κράτους, εκφοβίστικαν από τους δύο αστυνομικούς που βιαιοπραγούσαν επάνω μας με την απειλή της άμεσης σύλληψης τους.
Αφού μας πέταξαν στον διάδρομο στάθηκαν φρουροί στην πόρτα του γραφείου του εξαφανισμένου εισαγγελέα ενώ οι υπόλοιποι εισαγγελείς και υπάλληλοι προσπαθούσαν να μας κάνουν « να μην φωνάζουμε ότι υπάρχει δικτατορία». Κατόπιν, αφού μας είπαν σιωπηρά και ανεπίσημα το όνομα του εισαγγελέα, μας πληροφόρησαν την διαδικασία για να το μάθουμε χωρίς δυνατότητα άρνησης του και υποσχέθηκαν με την ίδια διαδικασία αυτοκλείδωσης ( η οποία δεν είναι ευρέως γνωστή στον Πολίτη και στην οποία είχαν απειλήσει ότι και πάλι παρανόμως δεν θα απαντούσαν ) να μας δώσει εγγράφως την απάντηση στην ερώτηση μας.
Καθώς τώρα υπάρχει δυνατότητα ποινικής έγκλησης του εισαγγελέα, και καθότι τεράστιο μέλημα τους είναι να μην φαίνονται ανοιχτά ότι είναι δικτάτορες και τρομοκράτες του Λαού μας έγινε ‘εξυπηρέτηση’ και στο θέμα της έγγραφης απάντησης και στο θέμα της αποδοχής της μήνυσης μας (εν συνεχεία καταθέσαμε και που παραθέτουμε στις καταγγελίες σε αυτόν τον ιστοχώρο ) περί ΕΣΧΑΤΗΣ ΠΡΟΔΟΣΙΑΣ κατόπιν της παρόδου του χρονικού ορίου εξυπηρέτησης του κοινού.
Το συμπέρασμα το οποίο βγάζουμε με βάση όλα τα παραπάνω είναι ότι το σαφέστατο διοικητικό πραξικόπημα το οποίο έχει λάβει χώρα προσπαθεί σε τεράστιο βαθμό να μείνει κρυφό από τον Λαό ( καθότι ο Λαός εάν έχει υπ’ όψη του ότι υπάρχει δεν πρόκειται να το ανεχθεί ) και υπάρχει μόνο διότι ο Λαός παραπλανιέται και εκφοβίζεται με ψέματα ( όπως ο ισχυρισμός ότι ο εισαγγελέας είναι ο νόμος και υπεράνω του νόμου για τους Πολίτες ). Η παρουσία και μόνο δύο Πολιτών οι οποίοι είναι συνειδητοποιημένοι και γνωρίζουν ( ή απαιτούν να τους πούν εγγράφως τον νόμο τον οποίον ισχυρίζονται ότι υπάρχει και εφαρμόζουν ) είναι ικανή να τρέψει σε άτακτη φυγή αυτούς που παρουσιάζονται ως άφοβοι μικροί θεοί.
[ το παραπάνω φαινόμενο δεν είναι μεμονωμένο ή μοναδικό. Είναι άκρως αντιπροσωπευτικό και μπορούμε ( και θα το κάνουμε προσεχώς ) να το αποδείξουμε με έγγραφα του Κράτους και καταγραμμένες συνομιλίες με αντίστοιχους αξιωματούχους εδώ και τουλάχιστον 35 χρόνια επιστημονικής, πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής ζωής και δράσης ].