Στην ατμόσφαιρα υπάρχουν πολλά μικρόβια και φορείς μολύνσεων. Παρ’ όλα αυτά το σώμα μας στις περισσότερες περιπτώσεις παραμένει υγιές παρ’ όλες τις καθημερινές μύριες επιθέσεις μικροβίων και άλλων παρόμοιων εχθρών, χάρη στο ανοσοποιητικό του σύστημα. Εάν αυτό εκλείψει τότε το σώμα μας είναι σίγουρο ότι δεν θα ζήσει πολλές μέρες. Εάν το ανοσοποιητικό μας σύστημα είναι αδύναμο τότε το σώμα είναι διαρκώς σε κατάσταση άρρωστη και στις περισσότερες περιπτώσεις σε μία φθίνουσα πορεία που οδηγεί σε πρώιμο θάνατο.
Η Δικαιοσύνη είναι το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού της κοινωνίας – κράτους. Εάν αυτή εκλείψει το κράτος γίνεται τσιφλίκι του κάθε κοινωνικού μιάσματος και η κοινωνία μετατρέπεται σε ζούγκλα. Εάν αυτή είναι αδυνατισμένη ή εκφυλισμένη τότε το κράτος και η κοινωνία οδηγούνται σε σίγουρο μαρασμό και εξάλειψη μετά από μία μακρόχρονη, βασανιστική για τον Λαό πορεία απελπισίας. Επειδή ακριβώς μόνο η Δικαιοσύνη στέκεται ανάμεσα στην κοινωνία και τους αντικοινωνικούς εκμεταλλευτές – καταπιεστές των πολλών, είναι η πρώτη που βάλλεται όταν τέτοιου είδους οικογενειακές δυναστείες επιδιώκουν να εγκαθιδρυθούν σε κράτη – κοινωνίες που έχει προασπίσει ο Λαός των κρατών αυτών για δική του ευημερία.
Πώς εξαλείφεται η Δικαιοσύνη ;
Εάν καταλυόταν επισήμως ( π.χ. έκλειναν τα δικαστήρια για πάντα και κανείς δεν μπορούσε να προσφύγει προς υπεράσπιση των Δικαιωμάτων του πουθενά ) θα γινόταν εξέγερση του Λαού και θα επερχόταν έτσι κάθαρση της κοινωνίας με αποβολή αυτών που εποφθαλμιούν ό,τι ανήκει στον Λαό και στον κάθε Άνθρωπο προσωπικά.
Συνεπώς, όπως ακριβώς έχει συμβεί και στο πολιτικό σκηνικό που αναλύσαμε στο προηγούμενο άρθρο, επιφανειακά παραμένει η Δικαιοσύνη σε λειτουργία και μάλιστα πολλές φορές επισημαίνεται το κύρος της ιδίως σε σημεία σύζευξης της Δικαιοσύνης με την πολιτική ( οι θεσμοί όπως το Σύνταγμα ). Όμως, ταυτόχρονα οι θέσεις των δικαστικών λειτουργών και υπαλλήλων επανδρώνονται με άτομα ( ακριβώς όπως και στις κομματικές ηγεσίες ) τα οποία είτε είναι εξ αρχής εγκάθετοι προς κατάλυση της Δικαιοσύνης είτε στην πορεία και υπό τις τεράστιες πιέσεις / εκβιασμούς κάμπτονται, συμβιβάζονται και εξαγοράζονται, μαθαίνοντας να αναφέρουν το γράμμα του Νόμου ενώ δεν το τηρούν.
Έτσι, ενώ π.χ. ο εισαγγελέας υπηρεσίας είναι στην θέση αυτή ώστε να επισκοπεί ότι καθημερινά ο Νόμος ακολουθείται ιδιαίτερα όπου παράβαση σημαίνει αυτεπάγγελτη δίωξη, δεν επισκοπεί τίποτα και κάνει ό,τι μπορεί για να εκφοβίσει / λοιδορήσει / απαξιώσει Πολίτες οι οποίοι του επιστήνουν την προσοχή σε πορνογραφικά περιοδικά, διαφημίσεις, σε παιδική εξαναγκαστική εργασία – ειλωτεία – επαιτεία, σε επαιτεία, αλκοολισμό ανηλίκων, σύναψη σεξουαλικών σχέσεων με ανήλικο / παιδεραστία ( εν ισχύ ακόμα κατά την διάρκεια της εφηβείας – προεφηβείας ), κ. ά. εγκλήματα κατά του Ανθρώπου και της κοινωνίας που γίνονται σε μορφή μαζική μέσω τύπου ή σπειρών / συμμοριών.
Αυτό γίνεται διότι ο εισαγγελέας έχει δεχθεί να μην προστατέψει την κοινωνία από πρακτικές – επιχειρήσεις τεράστιου χρήματος που λυμαίνονται οι ίδιες δυναστείες με διάφορους τρόπους ώστε να έχει ο ίδιος ανταλλάγματα και να αποφύγει την όποια καταδίωξη εντός και εκτός του εργασιακού του περιβάλλοντος. Άλλοι πάλι εισαγγελείς απλώς ανήκουν σε αυτές τις δυναστείες και τοποθετούνται σε τέτοιες θέσεις ακριβώς για να εξασφαλίζουν υπεράνω του Νόμου δράση σε αυτές.
Έτσι λοιπόν, όταν το Σύνταγμα καταπατείται, δεν πρόκειται ο εισαγγελέας να το κυνηγήσει ώστε να εμποδίσει την καταπάτηση αυτή να συνεχίζεται. Εάν του γίνει έγγραφη καταγγελία παρά ταύτα, θα κάνει ό,τι μπορεί για να πείσει τον Πολίτη ότι δεν υφίσταται καταπάτηση του Συντάγματος και συνεπώς δεν πρόκειται να λάβει δράση ενώ προφορικά είτε θα απαξιώσει το Σύνταγμα ( λέγοντας : « άστο τώρα το Σύνταγμα / δεν με αφορά τι λέει το Σύνταγμα / κλπ» ) είτε θα προσπαθήσει να εμφυσήσει την αίσθηση της ματαιότητος μίας κατά τα άλλα σωστής και έννομης πράξης ( λέγοντας : « εσύ δίκιο έχεις αλλά αυτά δεν γίνονται / τι να κάνεις με την κατάσταση που υπάρχει, έτσι είναι / που να τους πιάσεις αυτούς είναι παντοδύναμοι / κλπ » ) ώστε να αποτρέψουν να συνεχισθεί η όποια διαδικασία μέσω ψυχολογικής πίεσης, καταρράκωσης και αποθάρρυνσης / κατάθλιψης.
Σαφώς λοιπόν, όταν ο εισαγγελέας δηλώνει αδύναμος ή αρνούμενος να εφαρμόσει το λειτούργημα του επί απλών νομικών και φυσικών προσώπων ( δηλαδή, επιχειρήσεις και άτομα που δεν έχουν κρατικό αξίωμα ), δεν πρόκειται όχι μόνο να πράξει αλλά και να επιτρέψει να εφαρμοσθεί ο Νόμος ( ακόμα και εκφυλισμένος όπως τον έχουν καταντήσει τώρα ) στον κάθε πολιτικό που ομολογεί επισήμως ότι προτίθεται να καταλύσει το Σύνταγμα, τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και γενικώς ό,τι εξασφαλίζει την ύπαρξη κράτους και την προστασία της κοινωνίας από τον σκοταδισμό και την τυραννία ( π.χ. υπόθεση Ζαχόπουλου, ΟΤΕ, Βατοπέδι, Χρηματιστήριο, Ομόλογα, Siemens, και αμέτρητα άλλα ). Ο πιο εξόφθαλμος εισαγγελέας που εμφανώς και επισήμως ( και σε εμένα προσωπικά πέρα από τις δημόσιες δηλώσεις του ) απαξίωσε και αγνόησε και συνεπώς κατέλυσε το Σύνταγμα για λογαριασμό των συμφερόντων και της κυβέρνησης που ανέλαβε να υποστηρίξει ήταν ο εισαγγελέας Αρείου Πάγου Σανιδάς.
Ο μόνος τρόπος για να εξαναγκαστεί ο κάθε εισαγγελέας και ο κάθε δικαστής / δικαστικός να εφαρμόσει τον Νόμο ( υπηρετώντας το Σύνταγμα όπως υπερνομικά ορκίζεται να το κάνει ) και άρα να επαναφέρει την Δικαιοσύνη που κατέλυσε είναι ο φόβος της Λαϊκής Δικαιοσύνης όπως και εάν αυτή εκφράζεται.