Ο καλύτερος τρόπος να κρατήσεις ένα άγριο ζώο στην αιχμαλωσία είναι να σιγουρευτείς ότι ποτέ το ζώο αυτό δεν θα έχει γεύση της άγριας ύπαρξης, δηλαδή χωρίς περιορισμούς και με πλήρη ελεύθερη βούληση. Ο καλύτερος τρόπος να σιγουρευτείς για αυτό είναι να γεννηθεί το ζώο αυτό σε αυτές τις συνθήκες ώστε να αισθανθεί ασφάλεια μόνο σε αυτές. Έτσι λοιπόν ένα γεράκι πείθεται ότι είναι κότα και ότι θα είναι ασφαλές μόνο εάν επιστρέψει στο χέρι του ιδιοκτήτη του και αφήσει να του φορέσουν την κουκούλα που του κρύβει τα μάτια αντί να χρησιμοποιεί την απαράμιλλη όραση του που είναι από τις πιο καλές στη φύση.
Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και το γεράκι που έχει γεννηθεί στην αιχμαλωσία είναι πού επικίνδυνο και ανά πάσα στιγμή μπορεί να αποφασίσει να ξεσκίσει και την κουκούλα και το χέρι επάνω στο οποίο κάθεται πρίν πετάξει μακριά για να κυνηγήσει μόνο του χωρίς να μοιραστεί τους καρπούς του κόπου του με άλλον. Για αυτό αυτοί που χειρίζονται τέτοια γεράκια μαθαίνουν ‘πώς να τα χειρίζονται’ ώστε ποτέ να μην ξυπνήσει μέσα τους το πραγματικό τους ένστικτο το οποίο με τόση φροντίδα πρέπει αν κρατούν κοιμισμένο.
Αυτός ακριβώς είναι ο πολιτικός βίος και θα τον αναλύσουμε σε αυτό το άρθρο.
Ο Λαός ανέκαθεν και όχι μόνο για την Ελλάδα υπήρξε και υπάρχει όπως το γεράκι του παραδείγματος μας. Αυτός είναι που έχει την ορμή και την ενέργεια και την παραγωγικότητα : τα φτερά και τα νύχια. Από τον Λαό πάντα ξεπήδησαν και οι πρωτοποριακές φιλολαϊκές φιλοσοφίες και ο διαφωτισμός της κάθε εποχής και η πραγματική πρόοδος της επιστήμης. Έχουμε και σε προηγούμενα άρθρα ορίσει ποιοι αποτελούν τον Λαό για αυτό σήμερα θα επαναλάβουμε τον ορισμό από την ανάποδη, δηλαδή ποιοι δεν αποτελούν τον Λαό :
Δεν αποτελεί τον λαό καμιάς χώρας ή Έθνους όποιος θέλει, επιδιώκει ή έχει καταφέρει να ζει άεργος από απολαβές που δεν έχει δουλέψει για αυτές και δεν δικαιούται καθ’ ότι προέρχονται από καταπίεση τρίτων. Αυτό ισχύει για όλες τις κοινωνικές τάξεις και για κάθε κλίμακα, από την εργατική τάξη με τον σύζυγο που συντηρείται από την εργασία της συζύγου και των τέκνων ενώ διατηρεί θέση δυνάστη ( το ίδιο και αντίστροφα ) έως την άρχουσα με τον τραπεζίτη που υποδουλώνει ολόκληρα έθνη για το κέρδος του. ΔΕΝ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΕΡΓΑΣΙΑ οποιαδήποτε ενέργεια ή σειρά ενεργειών που στοχεύει στην εκμετάλλευση, εξαπάτηση και εξανδραποδισμό τρίτων. Συνεπώς δεν μπορούμε να πούμε ότι οι τραπεζίτες, οι πλοιοκτήτες, οι εργοστασιάρχες, οι μεσάζοντες παντός είδους και ταυτόσημοι επιχειρηματίες εργάζονται.
Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι υπάρχει σαφής διαφοροποίηση όταν άνθρωποι αποφασίζουν να συνεργασθούν με σωστή σύμβαση εργασίας που δεν εκμεταλλεύεται καμία πλευρά και τα κέρδη είναι ανάλογα της εργασίας. Επίσης, δουλειά χωρίς ευθύνη είναι θέση αμφίδρομης εκμετάλλευσης αφ’ ενός του εργαζομένου που κερδίζει λίγα αφ’ ετέρου του εργοδότη που επωμίζεται ρίσκα και ανησυχίες που αντιστοιχούν σε δύο άτομα και όχι ένα. Αυτοί που επιζητούν τέτοιου είδους σχέσεις εργασιακές στην καλύτερη περίπτωση είναι άτομα μη συνειδητοποιημένα.
Τι λοιπόν είναι ο πολιτικός βίος και γιατί τα παραπάνω έχουν σχέση ;
Όλη η κοινωνία σήμερα, εντός και εκτός Ελλάδος, προωθεί τις σχέσεις εργασίας που μόλις περιγράψαμε ως τις άκρως θεμιτές. Σε όσους δεν ανήκουν σε οικονομικές δυναστείες κάποιου είδους ( υπάρχουν σε όλες τις κοινωνικές τάξεις ) η τάση για ανεξάρτητη εργασία, αυτοαπασχόληση και άλλου τέτοιου είδους μη εξαρτημένης εργασίας ( μία τάση που στην Ελλάδα μέχρι πρότινος ήταν πολύ έντονη ) καυτηριάζεται από πού νωρίς με διάφορους χειραγωγικούς τρόπους ( βλ. blog Στίγματα, άρθρο « Ελεύθερα Ανδράποδα» ).
Αυτό συμβαίνει διότι η εξαρτημένη εργασία στην ουσία παρατείνει την παιδική / εφηβική ηλικία όταν η εργασία αυτή δεν έχει ευθύνες. Όταν λέμε ευθύνες εννοούμε στρατηγικές ευθύνες που άπτονται της γενικής ευρωστίας και πορείας της εργασίας / επιχειρήσεως / εταιρείας και όχι ευθύνες διαδικαστικού τύπου που επηρεάζουν μόνο το κατά πόσον ο υπάλληλος θα κρατήσει την θέση του. Τέτοιου είδους ευθύνες είναι ακριβώς όπως οι ευθύνες του μαθητή με την εργασία στο σπίτι, άκρως διαφορετικές από αυτές του δασκάλου ή ακόμα και του μεταπτυχιακού φοιτητή με τον επιβλέποντα καθηγητή. Δηλαδή, ο εργαζόμενος με τις συνθήκες που προωθούνται στην κοινωνία σήμερα στερείται όλων των ερεθισμάτων που θα μπορούσαν να τον οδηγήσουν στην πνευματική ενηλικίωση. Παραμένει έφηβος με ανάγκη καθοδήγησης και ρευστό σημείο αναφοράς το οποίο ουδέποτε αποπειράται αυτοβούλως να το σταθεροποιήσει ανεξαρτήτως περιβάλλοντος.
Τα παιδιά και οι έφηβοι περιμένουν από τους ενηλίκους να τους ειπωθεί τι να κάνουν, τι να αποφασίσουν και πώς να σκέφτονται. Εφ’ όσον λοιπόν δεν ενηλικιώνονται ποτέ καθώς το περιβάλλον εργασίας είναι απλώς το ίδιο σχολικό ( όχι φοιτητικό ) περιβάλλον, και ως ηλικιακά ενήλικοι θα περιμένουν και όντως περιμένουν από τους ‘ενηλίκους’ της κοινωνίας να τους ειπωθεί τι να κάνουν, τι να αποφασίσουν και πώς να σκέφτονται. Έτσι εξηγείται πολύ εύκολα πώς είναι δυνατόν ηθικές αξίες να αλλάζουν σαν τα πουκάμισα στην ίδια ηλικιακή τάξη ( cohort ) και άτομα τα οποία ήταν έτοιμα να λυντσάρουν κάποιον που έκανε ‘ανήθικο βίο’ να κάνουν ακριβώς αυτόν τον βίο μία- δύο δεκαετίες αργότερα επειδή έτσι θέλει η κοινωνία. Στην ουσία βέβαια είναι πολύ λογικό να σκεφτούμε ότι η εκπαίδευση και η εργασία της κοινωνίας διαχρονικά ( ή τουλάχιστον της μοντέρνας κοινωνίας ) παράγει άτομα κατ’ ουσίαν ανήθικα.
Ποιοι είναι αυτοί που θεωρούνται ενήλικοι της κοινωνίας και υπαγορεύουν αυτό το οποίο όλοι οι υπόλοιποι ηλικιακά ενήλικοι αλλά κατ’ ουσίαν ανήλικοι ακολουθούν ευλαβικά ;
Όλοι αυτοί που ανατρέφονται για να γίνονται οι λεγόμενοι ‘καθοδηγητές γνώμης’ ( opinion leaders ) και που στην ενήλικη ζωή τους καταλαμβάνουν θέσεις πολιτικής, κρατικού μηχανισμού, στελεχών πολυεθνικών και τραπεζών, ΜΜΕ, θρησκευτικές θέσεις διοίκησης ανεξαρτήτου δόγματος, είναι αυτοί οι οποίοι εκπαιδεύονται από την πολύ νεαρή παιδική τους ηλικία για να γίνουν ‘ηγέτες’. Αυτοί είναι που συγκεντρώνουν τα περισσότερα χαρακτηριστικά της ενήλικης ζωής ( ανεξάρτητη απασχόληση / συνεργασία, ρίσκο, ευθύνες, κλπ ) είτε ουσιαστικά είτε επιφανειακά και σίγουρα έχουν μάθει να προβάλλουν την αυτοπεποίθηση της επιβολής που αμέσως δείχνει στον κατ’ ουσίαν ανήλικο ενήλικο ότι πρέπει να υποταχθεί.
Αυτό ακριβώς είναι το σημείο που το γεράκι δέχεται να φορέσει την κουκούλα που το τυφλώνει : ο κατ’ ουσίαν ανήλικος ενήλικος δέχεται να σταματήσει να βλέπει και τον εαυτό του και τους γύρω του και σαφώς αυτόν που ακολουθεί διότι υπακούει στον παραπάνω μηχανισμό που μόλις περιγράψαμε. Παρ’ όλο που γνωρίζει ή παπαγαλίζει επικρίσεις για τους ηγέτες του αρνείται να τους παρακούσει ή να τους αλλάξει πλήρως πεπεισμένος ότι δεν μπορεί να έχει καλύτερα. Έτσι λοιπόν αγνοεί ότι διαθέτει και φτερά και νύχια για να πετάξει και να πολεμήσει και να απολαύσει αυτός τους καρπούς του μόχθου του και των χαρισμάτων του αντί να αφήνει να του τα υφαρπάζουν οι ηγέτες οι οποίοι ούτε φτερά ούτε νύχια διαθέτουν και εξαρτούνται πλήρως από αυτόν.
Ο πολιτικός βίος είναι ακριβώς η τέχνη χειραγώγησης που μαθαίνουν όλοι όσοι προορίζονται να γίνουν ηγέτες ( από αυτόν που μαθαίνει πώς να χειρίζεται όλα τα μέλη της οικογένειας του ώστε να τα ‘καταφέρνει’ να κάνουν αυτό που θέλει ή να του δίνουν αυτό που θέλει μέχρι αυτόν που μαθαίνει πώς να χειρίζεται με τον ίδιο τρόπο όχι μόνο τα μέλη της οικογένειας του αλλά και ολόκληρα κράτη ). Ο πολιτικός βίος είναι η μεθοδολογία του να μην επιτραπεί στο γεράκι – κατ’ ουσίαν ανήλικο ενήλικο να συνειδητοποιήσει την πραγματική του δύναμη, δηλαδή να ενηλικιωθεί.
Όποιος λέει ότι ο οποιοσδήποτε ‘έχει ανάγκη από ποιμένα’ είναι πολιτικός και ζει πολιτικό βίο. Όποιος λέει ότι ο οποιοσδήποτε ‘έχει ανάγκη από εκπαίδευση και εκπαιδευτή’ είναι απελευθερωτής και πραγματικός αγωνιστής υπέρ του Ανθρωπισμού και όλων ανεξαιρέτως των Λαών.
Ποια είναι η διαφορά των δύο ;
Ο πρώτος δεν πρόκειται ποτέ να αναγνωρίσει ότι αυτοί που εξαρτούνται από αυτόν πλέον σε κάποιο σημείο δεν τον χρειάζονται άλλο και μπορούν μόνοι τους να χαράξουν την πορεία που θέλουν αλλά αντιθέτως δια παντός θα προσπαθεί να κόβει τα φτερά και να υπονομεύει κάθε αίσθηση αυτοεκτίμησης που δεν περιλαμβάνει και τον ίδιο ως αρχηγό που πρέπει να υποστηρίζεται και να συντηρείται από τους ακολούθους.
Ο δεύτερος δεν πρόκειται ποτέ να ασχοληθεί με αυτούς οι οποίοι δεν μαθαίνουν πώς να γίνονται ανεξάρτητοι και προσδοκάει το σημείο όπου θα μπορέσει να πει στους εκπαιδευόμενους του ότι πλέον δεν είναι εκπαιδευόμενοι αλλά ανεξάρτητοι συνεργάτες, εάν το θέλουν. Δια παντός θα προσπαθεί να ενδυναμώσει και να εξοπλίσει αυτούς που εκπαιδεύει στο να συντηρούνται και να υποστηρίζονται μόνοι τους ακριβώς όπως το κάνει και αυτός για τον εαυτό του.