Το τελευταίο και πλέον σημαντικό κομμάτι ελέγχου του φορέα απολιτικοποίησης των Πολιτών είναι η προπαγάνδα σε επίπεδο πλύσης εγκεφάλου που πλήττει τον κάθε Πολίτη με έμμεσους τρόπους οι οποίοι σε συνδυασμό με την παρωδία εκπαίδευσης και σαφή υπονόμευση της κριτικής σκέψης και αυτοσεβασμού που εκτελούνται στο σχολείο, στην ουσία μετατρέπουν χωρίς να το καταλάβει τον Πολίτη σε ακόλουθο και απελπισμένο παθητικό θεατή αυτών που του λέγεται ότι είναι οι μόνοι που μπορούν να άρχουν.
Στην επικαιρότητα, ώστε να έχουμε και ένα ουσιαστικό παράδειγμα για αυτά που θα πούμε και να δώσουμε την δυνατότητα σε αυτές τις εκλογές να είναι ο Πολίτης πιο πολιτικοποιημένος ( ασχέτως της όποιας αποφάσεως που ο Πολίτης θα λάβει σχετικά ), αυτοί που παρουσιάζονται ως μόνες επιλογές αρχόντων του τόπου είναι ο Κ. Καραμανλής, ο Γ. Παπανδρέου και εάν υπάρχει πολλή αντίδραση ο Γ. Καρατζαφέρης και / ή ο Α. Τσίπρας.
Πώς λοιπόν γαλουχείται έμμεσα ο Πολίτης ώστε να δέχεται τέτοιες καρικατούρες με μύριες αποτυχίες στο δυναμικό τους ( ο Α. Τσίπρας τώρα ξεκινάει να τις μαζεύει ) και με συνεχείς αποκαλύψεις ψευδών / σκανδάλων / ανηθικότητας / μειοδοσίας – προδοσίας και επιορκίας ως τις μόνες επιλογές για μία όχι και τόσο καλύτερη μέρα ; Πώς πείθεται και τολμάει να ελπίζει ότι εάν διαλέξει τον μειοδότη που τα λέει λίγο διαφορετικά από τον προηγούμενο ( αλλά και αυτός χρησιμοποιεί την έκφραση « να ματώσουμε», « δύσκολος ανήφορος», « στοίχημα», «πρόκληση», « φόροι» όπως και ο άλλος ανακοινώνει τις αντίστοιχες αφαιμακτικές δυσκολίες ) θα έχει την οποιαδήποτε άλλη κατάληξη εκτός της εξαφάνισης από την κοινωνική αρένα ;
Για να επιτύχεις τέτοιου βαθμού παραλογισμό και έλλειψη λογικής σε έναν Λαό που φημίζεται για την εξυπνάδα του και την κριτική του σκέψη / αντίληψη πρέπει αφ’ ενός να τους κλέψεις αυτό που τους ανέδειξε ως τέτοιους ( την δίψα για μάθηση και την αγάπη για τον Πολιτισμό και τα βιβλία ώστε να θέλει να σκέφτεται και να έχει δική του και όχι δανεισμένη άποψη ), και αφ’ ετέρου να τους ωθήσεις σε ομαδικό πανικό που οδηγεί στην ομαδική παράκρουση που βιώνουμε.
Επίσης, απαιτείται υπονόμευση κάθε υποψίας αυτοεκτίμησης και Εθνικής υπερηφάνειας καθώς και καθημερινή σφυροκόπηση του γενικού στερεότυπου του τι σημαίνει να είσαι μέλος του Έθνους σου ( σε αυτή την περίπτωση του να είσαι Έλληνας ) ώστε να αισθάνεται ο κάθε Έλληνας ότι κάνει αμαρτία που υπάρχει, αναπνέει και περπατάει σε σύγκριση με τους ( γενικά και αόριστα ) ‘ άλλους Λαούς’.
Τα ΜΜΕ το έχουν αναλάβει αυτό πολύ επιτυχώς με τις εξείς γενικές κατηγορίες προγραμμάτων / δημοσιευμάτων σε καθημερινή βάση και όχι μόνο προεκλογικά, αλλά τουλάχιστον για 25 με 35 χρόνια εάν όχι πολύ παραπάνω :
1. καθημερινές σειρές – τηλενουβέλες σήριαλ : ιδίως αυτές με προέλευση την Αμερική και αυτές γραμμένες στην Ελλάδα είναι τα πρότυπα που ακολουθούν μεγάλα ποσοστά του Ελληνικού Λαού για να αντιγράψουν συμπεριφορές, ατάκες, φράσεις, φιλοσοφικές / πολιτικές θέσεις / οικονομική συμπεριφορά & ιδεολογία, τρόπους αντίδρασης σε προβλήματα, επιλογή φίλων, κριτήρια αποδοχής και απόρριψης και φυσικά αρχές ηθικής. Ο οποιοσδήποτε έχει εκτεθεί έστω και σε μία ή δυο από αυτές μπορεί να δει όλα τα συμπτώματα κοινωνικής νόσου και απολιτικοποίησης : άτομα που θεωρούν την χρήση γλώσσας αργκό ως προτέρημα, καταναλώνουν αφειδώς και ανοήτως, επιδίδονται σε πράξεις που δείχνουν αγένεια, έλλειψη καλλιέργειας και πολιτισμού, έλλειψη εξυπνάδας και παντελή αχρηστία ως κοινωνικά όντα και όλοι ανεξαιρέτως ηλικίας ζουν και αναπνέουν γύρω από την έννοια της σεξουαλικής επαφής και της ανήθικης αναρρίχησης σε κάποιου είδους εξουσία.
2. διαφημίσεις : πέρα από την παραπλάνηση γύρω από το προϊόν που όλοι παίρνουν δεδομένο αλλά, σαν τα παιδιά με τις μαριονέτες που ενώ ξέρουν ότι ο μεγάλος τις κουνάει μιλούν με αυτές, τελικά την πατούν, οι διαφημίσεις επιτίθενται στην προσωπική τους ζωή και τον χαρακτήρα τους. Οι διαφημίσεις προβάλλουν τα κοινωνικά ιδεώδη και σύμβολα για κάθε πτυχή της καθημερινής ζωής και ορισμού της επιτυχίας και αποδοχής, από life style έως τρόπο καθημερινής διατροφής, επίδειξης του αισθήματος της ευτυχίας, αίσθησης χαράς και τρόπου συμπεριφοράς προς παιδιά, γονείς και αγαπημένους. Οι διαφημίσεις επιβαρύνουν τους ανθρώπους με κριτήρια / στόχους παραπλανητικούς και ψεύτικους οι οποίοι εάν γινόταν πραγματικότητα ( όταν είναι καν δυνατόν ) θα σκότωναν ή σοβαρά τραυμάτιζαν το άτομο σε κάποιο επίπεδο. Από επικίνδυνη διατροφική συμπεριφορά μέχρι τον τρόπο που δείχνεται ότι πρέπει να παίζουν τα παιδιά, τον τρόπο που διασκεδάζουν οι μεγάλοι και τις απαιτήσεις που πρέπει να ικανοποιεί η ‘πετυχημένη’ γυναίκα είναι το λιγότερο εξοντωτικές / και ισοπεδωτικές πρακτικές.
Το ίδιο ισχύει για την γαλούχηση που οι διαφημίσεις επιβάλλουν διδάσκοντας τους ανθρώπους να αισθάνονται ευτυχισμένοι μόνο όταν καταναλώνουν ( και μάλιστα με ειδικό τρόπο μόνο ) και να έχουν αυτοκτονιακή οικονομική συμπεριφορά ( μέσω των δανείων και την συνεχή σε βαθμό κατατονικό αντικατάσταση συσκευών / εξοπλισμού / ρουχισμού ανά τρίμηνο ή εξάμηνο το πολύ και ανά δύο ή τρία χρόνια για τα αυτοκίνητα ). Οι διαφημίσεις λοιπόν κάνουν τον Έλληνα να αισθάνεται αποτυχημένος, άσχημος, φτωχός και ηλίθιος από χέρι, ακόμα και όταν καταφέρνει να είναι με ικανό σώμα, γερός, ευειδής, άξιος, χωρίς ανεξέλεγκτα / υποδουλωτικά χρέη και με τουλάχιστον ικανή ευφυΐα για να έχει κατορθώσει να είναι όλα αυτά την σημερινή εποχή.
3. οι ειδήσεις : πέρα από το γεγονός ότι είναι πλήρως αποσπασματικές και μονομερείς, και αυτά τα γεγονότα που αναφέρουν και παρουσιάζουν παρουσιάζονται γρήγορα και κατόπιν μηρυκάζονται από διαφόρων ειδών ‘ειδικούς’ που μαλώνουν εργολαβικά στα παράθυρα ώστε να μην μπορεί να παρακολουθήσει την ‘συζήτηση’ κανείς ακροατής και ούτε φυσικά να μπορέσει να καταλάβει τις απόψεις που παρουσιάζονται, οι ειδήσεις αυτές στρεβλώνονται. Η γλώσσα που χρησιμοποιείται είτε είναι κάτω του μετρίου σε ποιότητα, είτε χρησιμοποιεί μέσα σε πολύ απλή ή λανθασμένη σύνταξη προχωρημένο ή ειδικό λεξιλόγιο. Επίσης, γίνονται αναφορές σε γεγονότα ή καταστάσεις που είναι αμφίβολο εάν ο θεατής τις γνωρίζει ή τις θυμάται ή τις κατέχει.
Από άποψη περιεχομένου και σειράς σημαντικότητας οι ‘ειδήσεις’ είναι είτε επουσιώδεις είτε ασήμαντες είτε παραπλανητικές / αποπροσανατολιστικές και σχεδόν πάντα χρησιμοποιούνται για να αποτραπεί η προσοχή των θεατών από σημαντικά θέματα μείζονος σημασίας για τους ίδιους, από θέματα οικονομίας έως θέματα Εθνικά. Π.χ. αντί να παρουσιάζεται συνεχώς και ανά ενότητα το κυβερνητικό πρόγραμμα των κομμάτων εν’ όψη των εκλογών, τα ΜΜΕ ασχολούνται με κουτσομπολίστικες- γυναικουλίστικες / ανούσιες ‘ειδήσεις’ γύρω από θέματα ασήμαντα όπως το τι στάση θα έχει ο κάθε πολιτικός μπροστά από την κάμερα σε μια τηλεμαχία και πώς προπονείται για αυτήν. Στην ουσία αντί να ανάγεται το θέμα των εκλογών σε σοβαρή απόφαση ομαδικού προσανατολισμού για την καθημερινή ευημερία μας, οι ‘ειδήσεις’ στην καλύτερη περίπτωση προσδίδουν τον χαρακτήρα ποδοσφαιρικού αγώνα – ντέρμπυ όπου απλώς το θέμα είναι ποιανού η ομάδα θα κερδίσει. Αυτό όμως που αποκρύβεται από τον Λαό είναι ότι η μπάλα που κλωτσάνε τα κόμματα ομάδες είναι το απολιτικοποιημένο κεφάλι του Λαού τον οποίο μέσω της παθητικότητας και της απολιτικοποίησης φαίνεται να έχουν ήδη αποκεφαλίσει.
4. talk shows / τηλε-συζητήσεις : κατ’ αρχάς το σύνολο των εκπομπών αυτών έχουν τη βάση τους στην παραπλανητική αρχή ότι τα άτομα που κάθονται να συζητήσουν επί οποιουδήποτε θέματος επικαιρότητας είναι απροετοίμαστα και δεν γνωρίζουν την κατεύθυνση που θα πάρει η συζήτηση : δηλαδή, προβάλλεται μία ψευδαίσθηση αυθορμητισμού. Στην πραγματικότητα όμως, πέρα από το γεγονός ότι οι βασικές ερωτήσεις και κατευθύνσεις συζήτησης είναι προ-ανακοινωμένες σε αυτούς που πρόκειται να λάβουν μέρος ( και στα επιτελεία τους / συνεργάτες τους εάν έχουν ) ώστε να είναι προετοιμασμένοι στις απαντήσεις και τις αντιδράσεις τους, υπάρχει επίσης και ένας ή δυο συντονιστές / δημοσιογράφοι οι οποίοι όταν η συζήτηση πάει να βγεί από το προσυμφωνημένο πλαίσιο, διακόπτουν, ‘επαναφέρουν στην τάξη’, αλλάζουν το θέμα και στην χειρότερη περίπτωση διακόπτουν για διαφημίσεις.
Δηλαδή, οι εκπομπές αυτές με το πρόσχημα της παρακολούθησης μιας συζήτησης – ανάλυσης δείχνουν στον θεατή τι θα πρέπει να σκέφτεται, να λέει και να πράττει επί κάθε θέματος καθώς και γιατί οποιαδήποτε άλλη αντίδραση δεν είναι θεμιτή ή είναι εκτός πραγματικότητας. Για αυτό τον λόγο, πίσω από το προπέτασμα της ‘ελεύθερης έκφρασης’ υπάρχει σιδηρά πειθαρχία και λογοκρισία και πάντα τα σκηνικά και τα πάνελ έχουν το στυλ του ‘διανοούμενου’, επιτυχημένου και έγκυρου μέρους όπου ό,τι ακούγεται έχει αξία. Δηλαδή, και πάλι επιβάλλεται στους Πολίτες η αρχή της τυφλής υπακοής στον ‘ειδικό’, όπως αναλύσαμε στα προηγούμενα άρθρα, η αποστήθιση και μηρυκασμός ιδεών τρίτων, όπως έχει επιβάλλει το σχολείο, και η παθητική στάση του αδαούς πέρα από αυτά τα οποία ήδη κοινοποιήθηκαν. Δηλαδή, ακριβώς οι εκπομπές ‘πολιτικού’ περιεχομένου απολιτικοποιούν ενώ παρουσιάζονται να κάνουν το αντίθετο. Όταν λοιπόν έρθει η ώρα να ψηφίσει κάποιος, δεν θα σκεφτεί παρά μόνο να διαλέξει ανάμεσα στις επιλογές που προβάλλονται και δεν θα σκεφτεί ότι οφείλει να έχει κάνει την δική του έρευνα για να εξακριβώσει εάν καν αυτές είναι οι μόνες υπάρχουσες επιλογές διαθέσιμες, εάν είναι καν νόμιμες ή Δημοκρατικές και εάν πραγματικά δεν βγάζει μόνος του τα μάτια του με την τυφλή ψήφο του.
5. εκπομπές κοινωνικού ενδιαφέροντος : αυτές είναι από τις πιο επικίνδυνες μαζί με τα talk shows διότι, εκτός του ότι οι παρουσιαστές και καλεσμένοι επιβάλλουν ( λογικά ή παράλογα ) την ιδιότητα τους ως ‘ειδικοί’ και άρα απαιτούν τυφλή αποδοχή από το ακροατήριο, διδάσκουν εκ καθέδρας αρχές και στρατηγικές και ήθη όταν το άτομο που τις παρακολουθεί έχει κατεβασμένες αντιστάσεις και δεν επιδιώκει να τις κρίνει. Από τις πιο υποβαθμισμένες / εκχυδαϊσμένες της πρωινής – μεσημεριανής ζώνης όπου νοικοκυρές / μητέρες και ανήλικα μαθαίνουν πώς να αντιμετωπίζουν τις διαπροσωπικές σχέσεις τους και να επικροτούν ή να ανέχονται την ανηθικότητα, την αδικία και την παρά φύση δράση ( δηλαδή διάφορες εκφάνσεις σαδομαζοχισμού στην προσωπική και κοινωνική ζωή ) έως τις βραδινές πιο ‘σοβαρές’ όπου διδάσκονται όλοι πώς να είναι ‘συνειδητοποιημένοι’ μέσω της παθητικότητας τους και της ανοχής του κάθε είδους καθημερινού κοινωνικού και όχι μόνο βιασμού ( από το οικονομικό επίπεδο έως το Εθνικό ), οι εκπομπές αυτές καλλιεργούν το συναίσθημα της ντροπής και απελπισίας λόγω της κοινωνικής και Εθνικής ταυτότητας μας.
Εμμέσως πλήν σαφώς διδάσκεται στον Έλληνα ότι είναι οπισθοδρομικός, κακός, αρτηριοσκληρωτικός, πουριτανός, ακραίος, υποκριτής, απολίτιστος και γενικώς ανήθικος και γεμάτος ψεγάδια ώστε όταν στις άλλες εκπομπές ο ‘ειδικός’ έρθει να του επιβάλλει την υποταγή σε κάθε λογής εξόφθαλμα απάνθρωπες ή υπάνθρωπες καταστάσεις ( π.χ. αποδοχή αφαιμάξεων φόρων, αποδοχή ότι ο ίδιος φταίει για την οικονομική κρίση, ότι ο ίδιος οφείλει να πληρώσει και να επωμισθεί τις συνέπειες της κάθε μειοδοσίας για να μην τον πουν ακραίο ή καταπατητή ανθρωπίνων δικαιωμάτων όπως στην περίπτωση των Σκοπίων και της Κύπρου και να μην ζητήσει ικανοποίηση όταν τα δικά του Ανθρώπινα Δικαιώματα έχουν καταπατηθεί και ο ίδιος είναι θύμα εγκλημάτων πολέμου και / κατά της Ανθρωπότητας για να μην τον πουν ξεδιάντροπο ή σκληρό ή οπισθοδρομικό και καθυστερημένο, και μύρια άλλα ) εκείνος να τις δεχθεί ασυζητητί.
6. εκπομπές σάτιρας / ‘κοινωνικής κριτικής’ / ‘πολιτισμού’ : αυτές είναι επικίνδυνες εκπομπές διότι εντείνουν και σταθεροποιούν την επίδραση όλων των προηγουμένων ενσταλάσσοντας στον θεατή συγκεκριμένα συναισθήματα ( πέρα από τα όποια υπονομευτικά μηνύματα που επαναλαμβάνονται και σε αυτές με διαφορετικό τρόπο ) που εδραιώνουν την απολιτικοποίηση και καθιστούν τον Πολίτη αδρανή. Τα συναισθήματα αυτά είναι η αίσθηση της εκτόνωσης και η αίσθηση του φόβου / ανημποριάς / αδυναμίας. Στην σάτιρα και την ‘κοινωνική κριτική’ πολλές φορές προβάλλουν μαχητικά ή όχι τις σκέψεις και τα αισθήματα αγανάκτησης των Πολιτών σε μία μορφή ‘μομφής’ που όμως είναι ακίνδυνη για τους αποδέκτες της και παραποιεί πολλές φορές την ουσία της ενώ επίσης δείχνει στον Πολίτη ότι εντέλει είναι και ανούσια, αναποτελεσματική και χυδαία.
Έτσι, πέρα από την αίσθηση της εκτόνωσης ( ‘του τα ‘ριξε στ’ αυτιά’ / ‘του τα είπε χύμα’ / ‘φαντάσου πώς αισθάνεται που ακούγονται αυτά’ / κλπ ) υπάρχει ταυτόχρονα και η αίσθηση ότι παρ’ όλο που έγινε μια ‘επίθεση’ αυτή δεν είχε αποτέλεσμα και άρα ο αποδέκτης της επίθεσης αυτής είναι πολύ δυνατός και άτρωτος. Αυτό εμπνέει υποταγή και απολιτικοποίηση. Οι άλλες εκπομπές όπου είτε παρουσιάζουν ιστορίες επιτυχίας, είτε πολιτιστικά αξιοπερίεργα, είτε ‘ερευνούν’ τον μυστικισμό και το απόκοσμο αφ’ ενός εκχυδαΐζουν πράγματα που θα μπορούσαν να προσφέρουν ερεθίσματα προς καλλιέργεια, αφ’ ετέρου εμπνέουν φόβο και αίσθηση κατωτερότητος σε πολλά επίπεδα. Ο πιο βασικός φόβος είναι ο φόβος του αγνώστου και η αίσθηση του τυφλού που περιβάλλεται από κινδύνους που όμως άλλοι ‘ειδικοί’ τους βλέπουν και μπορούν να τους χειρισθούν : αυτό κατ’ αρχάς εξαναγκάζει τον άνθρωπο να μην τολμάει να ερευνήσει μόνος του ή καθόλου καμία περιοχή γνώσης που δεν του είναι ήδη γνωστή και επίσης να φοβάται ότι εάν δεν υπάρχει ‘ειδικός’ για τις άγνωστες περιοχές ο ίδιος θα οδεύσει προς τον χαμό. Έτσι, όταν έρθει η στιγμή να αποφασίσει ποιόν πολιτικό θα διαλέξει, δεν θα του περάσει από το μυαλό να μην στραφεί καν σε πολιτικούς για την διακυβέρνηση του τόπου αφού οι ‘ειδικοί’ στην πολιτική είναι οι πολιτικοί και ένας κακός ‘ειδικός’ είναι προτιμότερος από την μη ύπαρξη ειδικού στον χώρο του αγνώστου όπου ο άνθρωπος έχει μάθει να φοβάται ότι θα επέλθει ο χαμός.
Βλέπουμε λοιπόν ότι η πολιτική συμπεριφορά του Πολίτη δεν είναι ένα φαινόμενο άσχετο με την καθημερινή ζωή και ο δικομματισμός που πλήττει την χώρα μας όπως και πολλές άλλες χώρες, δεν είναι κάτι γραμμένο στα γονίδια μας : είναι κάτι που καλλιεργείται 24 ώρες το 24ωρο, 365 ημέρες τον χρόνο και μέσω όλων των ερεθισμάτων και τρόπων προβολής, και όχι μόνο αυτών που ασχολούνται εμφανώς με το πολιτικό σκηνικό.
Επίσης, είναι απόρροια όλης της εκπαίδευσης και σπασίματος της ηθικής και της προσωπικότητας από την πολύ τρυφερή ηλικία του νηπιαγωγείου εάν όχι από την κοινωνικοποίηση της οικογένειας ( που απαρτίζεται από άτομα ήδη γαλουχημένα να είναι παθητικά, υποταγμένα και χειραγωγημένα με τυφλή υπακοή σε κάποιον ή πολλούς ανώτερους ) και της ενδελεχούς εκπαίδευσης στο πώς να επαναλαμβάνουμε ότι μας λέγεται αντί να λέμε και να επιδιώκουμε να έχουμε να πούμε την δική μας εμπεριστατωμένη άποψη βασισμένη αποκλειστικά και μόνο στις δικές μας εμπειρίες.
Συνεπώς, και ευτυχώς είναι σχετικά εύκολο να αλλάξει άμεσα η κατάσταση της πολιτικής δράσης των Ελλήνων και από απολιτικοποιημένοι να πολιτικοποιηθούν και να δρούν ως σκεπτόμενα άτομα αφού τα πάντα είναι θέμα απόφασης : το μόνο που χρειάζεται είναι να αποφασίσει ο κάθε ένας μόνος του να σκέφτεται ανεξάρτητα και όποιο και εάν είναι το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει να μην το εγκαταλείπει επειδή κάποιος θα του πεί ατεκμηρίωτα ότι είναι τρελός ή ακραίος ή λανθασμένος. Να δρά μόνο βάσει αποδείξεων και λογικών / αντικειμενικών επιχειρημάτων και ποτέ στην ζωή του πια να μην πεί « ας μη τα γκρεμίσω όλα / δεν είναι δυνατόν να είναι κάτι τόσο εξόφθαλμο».
Οι καπηλευτές και εκμεταλλευτές του Λαού μας έχουν εφαρμόσει πλήρως το γνωμικό « ο φόβος φυλάει τα έρημα». Ο Λαός λοιπόν τώρα οφείλει να ακολουθήσει την λογική « θα πιστέψω τα μάτια μου και το μυαλό μου και όχι ό,τι μου λες εσύ». Διότι δεν υπάρχει λόγος ούτε κανένα λογικό και αντικειμενικό επιχείρημα να θεωρήσει ο Έλληνας ότι το δικό του μυαλό είναι κατώτερο από το μυαλό αυτών που θεωρούν ότι ένας προϋπολογισμός με έλλειμμα είναι κατόρθωμα ή ότι ο μόνος τρόπος να μην υπάρχουν πυρκαγιές είναι να μην υπάρχουν πεύκα.
Εφ’ όσον τόσος χρόνος και χρήμα πάει στο να πειστεί ο Έλληνας ότι δεν σκέφτεται σωστά και ότι δεν είναι άξιος, τεκμηριώνεται λογικά ότι υπάρχει βάσιμος και υπαρκτός και τρανταχτός λόγος να πιστεύει ότι είναι άξιος και ότι σκέφτεται σωστά όταν δεν υποκύπτει στην κάθε προπαγάνδα και συναισθηματικό εκβιασμό εγκαταλείποντας τα συμπεράσματα στα οποία μόνος του με την τετράγωνη λογική του είχε φτάσει.