Όπως ανακοινώσαμε, στις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου γίναμε μάρτυρες πολλών μεθόδων και τρόπων νοθείας που ουδέποτε δεν αναφέρονται ή βρίσκουν το φως της δημοσιότητος, εκτός των άλλων που ακούμε κατά καιρούς από τον τύπο και τα ΜΜΕ.

Στο παρόν λοιπόν άρθρο απλώς θα αναφέρουμε στο σύνολο τους όλες τις μεθόδους και τους τρόπους νόθευσης της πραγματικής Λαϊκής εντολής ( δηλαδή, της πραγματικής έγκυρης ψηφοφορίας ) οι οποίοι μπορούν να διαφανούν στον παρατηρητή που δεν έχει πρόσβαση στις διαδικασίες καταμέτρησης πέρα των εκλογικών τμημάτων ( δηλαδή δεν έχει πρόσβαση εντός του Υπουργείου Εσωτερικών και τους φορείς με τους οποίους συνεργάζεται για την καταμέτρηση και υπολογισμό του εκλογικού αποτελέσματος ).

Φέτος για δεύτερη φορά μία από εμάς είχε διαταχθεί από το Πρωτοδικείο ( ερήμην όπως στους περισσότερους Πολίτες ) να υπηρετήσει ως μέλος της εφορευτικής επιτροπής ενός εκλογικού τμήματος της περιφέρειας. Κατά την διάρκεια λοιπόν της ημέρας παρακολουθήσαμε και καταγράψαμε τα εξείς.

Ξεκινώντας με τις ομολογούμενες μεθόδους νοθείας, κατ’ αρχάς υπάρχει πολύ φτωχή περιχαράκωση ενάντια στην πολλαπλή ψηφοφορία από το ίδιο άτομο. Ένας διπλοεγγεγραμμένος ( δηλαδή γραμμένος σε δύο εκλογικούς καταλόγους διαφορετικών περιφερειών, κλπ ) μπορεί να ψηφίσει με την προσκόμιση απλής υπεύθυνης δηλώσεως ότι δεν έχει ψηφίσει αλλού ή με μία βεβαίωση από τον Δήμο για το γεγονός. Αυτό όμως δεν εξασφαλίζει ότι είτε ο ψηφοφόρος προσκομίζει αληθή υπεύθυνη δήλωση είτε ότι ο Δήμος έχει ελέγξει ή μπορεί να ελέγξει ότι ο ψηφοφόρος δεν θα ψηφίσει ή δεν έχει ήδη ψηφίσει στην περιοχή που δηλώνει ότι δεν πρόκειται να το κάνει. Εφ’ όσον οι έλεγχοι ούτε γίνονται με διαφάνεια, ούτε καν αναφέρεται ότι γίνονται, δεν μπορούμε να πούμε ότι οι εκλογές είναι αδιάβλητες. Επίσης, η διπλο-εγγραφή αυξάνει τον πραγματικό αριθμό εγγεγραμμένων πλασματικά και έτσι το ποσοστό το οποίο βγαίνει επί των εγγεγραμμένων αυτών έχει σφάλμα ( δηλαδή είναι μικρότερο ή μεγαλύτερο ) ενώ ταυτόχρονα το βάρος της κάθε ψήφου του κάθε Πολίτη ( δηλαδή, η ισχύς της ψήφου ποσοστιαία ) γίνεται μικρότερο κάνοντας τον κάθε Πολίτη να είναι λιγότερο σημαντικός από ό,τι δικαιούται να είναι, ακριβώς λόγω των παραπανίσιων εγγραφών.

Τώρα, μπορεί ο Πολίτης να ψηφίσει χωρίς εκλογικό βιβλιάριο και μάλιστα πλέον δεν χρησιμοποιείται. Είναι στην ευχέρεια του Πολίτη να ζητήσει βεβαίωση ότι ψήφισε αλλιώς αυτή δεν εκδίδεται. Όταν εκδίδεται Η ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΑΥΤΗ ΔΕΝ ΚΑΤΑΧΩΡΕΙΤΑΙ ΠΟΥΘΕΝΑ ΟΤΙ ΔΟΘΗΚΕ ΟΥΤΕ ΕΧΕΙ ΑΡΙΘΜΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟΥ Ή ΚΑΠΟΙΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΠΟΥ ΝΑ ΤΗΝ ΚΑΘΙΣΤΑ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΚΑΙ ΜΗ ΠΛΑΣΤΟΓΡΑΦΙΣΙΜΗ. Αυτό στην ουσία δίνει μία τέλεια δυνατότητα νοθείας / νόθευσης του αποτελέσματος καθότι πουθενά στα αρχεία του Κράτους δεν φαίνεται εάν ο κάθε Πολίτης ψήφισε ( και πόσες φορές ) παρ’ εκτός της απλής διαγραφής με χάρακα από τον εκλογικό κατάλογο. Ο εκλογικός κατάλογος είναι ένα απλό συρραμμένο με ένα μόνο συρραπτικό στην πάνω αριστερή γωνία άδετο βιβλιαράκι ελευθέρων σελίδων που δεν είναι τυπωμένες μπρός- πίσω. Δηλαδή, μία οποιαδήποτε σελίδα ή και όλος ο ‘κατάλογος’ μπορεί να αντικατασταθεί με έναν άλλον που να έχει διαφορετικές χαρακιές με χάρακα ( λιγότερες ή περισσότερες ). Χωρίς το εκλογικό βιβλιάριο και χωρίς την βεβαίωση ( έστω και της μη πρωτοκολλημένης ) κανένας Πολίτης δεν μπορεί να αποδείξει ατράνταχτα εάν ψήφισε ή όχι άσχετα εάν το έκανε ή όχι.

Η δικαστική αντιπρόσωπος του τμήματος μας είπε ότι κάποτε συντασσόταν κατάλογος μη ψηφισάντων ( δηλαδή κατ’ όνομα ) από τους δικαστικούς αντιπροσώπους και τους γραμματείς των εφορευτικών επιτροπών, αλλά και αυτό το μέτρο καταργήθηκε. Η ύπαρξη ενός τέτοιου καταλόγου ( ιδίως τώρα που οι νομικές συνέπειες της αποχής έχουν τεθεί σε αχρηστία ) θα μπορούσε έως ένα βαθμό να διαφυλάξει κάπως την διαφάνεια των εκλογών ως προς το πόσοι ψήφισαν και μόνο από το γεγονός ότι θα χρειαζόταν περισσότερα βήματα ( και δηλαδή περισσότεροι συνεργοί ) για να πραγματοποιηθεί νοθεία σε αυτό το επίπεδο.

Εφ’ όσον τώρα σε κανένα έγγραφο δεν υπάρχει αριθμός πρωτοκόλλου ( έγγραφο φέρον και την υπογραφή του Πολίτη ότι ψήφισε ) και εφ’ όσον ουδεμία ένδειξη υπάρχει ότι οι εκλογικοί κατάλογοι φυλάσσονται και δεν πετιούνται μετά την χρήση ( και επιπλέον δεν έχουν κανένα διακριτικό σημάδι μοναδικότητος που να εμποδίζει την αντικατάσταση τους ) τότε μπορούμε να πούμε με ασφάλεια ότι η οργάνωση των εκλογών έχει φτιαχτεί με το σκεπτικό της νοθείας και όχι της αδιαβλητότητος.

Στο μόνο βιβλίο όπου μπαίνουν υπογραφές Πολιτών είναι το βιβλίο καταμέτρησης των ψήφων και μάλιστα μόνο των μελών της εφορευτικής επιτροπής ΠΡΙΝ ΣΥΜΠΛΗΡΩΘΕΙ Ο,ΤΙΔΗΠΟΤΕ ΣΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΑΥΤΟ. Δηλαδή, με την συμπλήρωση των στοιχείων του δικαστικού αντιπροσώπου και της σύνθεσης της εφορευτικής επιτροπής όλοι υπογράφουν στο βιβλίο καταμέτρησης ψήφων πρίν καν ξεκινήσει η ψηφοφορία (!). Είναι δηλαδή μια τυπική / μηχανιστική διαδικασία και όχι πραγματική επιβεβαίωση της ορθότητος της καταγραφής και καταμέτρησης. Έχοντας επίσης υπ’ όψιν ότι μία εφορευτική επιτροπή οφείλει να έχει τουλάχιστον τέσσερα μέλη και άλλα τέσσερα εν αναμονή, αλλά όλες σχεδόν οι εφορευτικές επιτροπές λειτουργούν με περίπου δύο ή τρία άτομα εκτός του δικαστικού αντιπροσώπου, γίνεται δεκτό να υπάρχουν λιγότερες υπογραφές μελών στο βιβλίο. Εφ’ όσον λοιπόν ακόμα και η παρουσία / απουσία ενός μέλους εφορευτικής επιτροπής είναι αβέβαιο εάν καταγράφεται ορθώς και επακριβώς, είναι αδύνατον κανείς να ελέγξει εάν η ύπαρξη ή μη της υπογραφής ενός μέλους σημαίνει συναίνεση ή όχι και επικύρωση ή όχι της καταγραφής / καταμέτρησης ακόμα και εάν υποθέσουμε ότι χρησιμοποιεί οποιοδήποτε από τα μέλη την υπογραφή του με αυτόν τον τρόπο.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Πολίτες / μέλη της εφορευτικής επιτροπής είναι ασυνείδητα ή απρόσεκτα – ανεύθυνα άτομα. Αντιθέτως, είδαμε ότι τόσο οι Πολίτες μέλη όσο και οι ψηφοφόροι σε ένα μεγάλο ποσοστό ήταν άκρως προσεκτικοί και προστάτες της διαδικασίας, στα πλαίσια όμως των γνώσεων τους : δηλαδή, πόσο καλά είχαν ενημερωθεί για τα καθήκοντα τους, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους και την ελεγκτική ιδιότητα τους, πτυχή που κανείς δεν είχε υπ’ όψη του και εκτέλεσε μόνο καθήκοντα γραμματειακής φύσεως υποτελούς και όχι ελεγκτή.

Και μόνο τα παραπάνω δείχνουν ότι η διαδικασία με την οποία καλούμαστε να επιλέξουμε αυτούς που αναλαμβάνουν ευθύνη όχι μόνο της καθημερινής ευημερίας μας αλλά ακόμα και ζωής και θανάτου επί ολόκληρων πληθυσμών και του ίδιου του Έθνους μας, η διαδικασία που αποτελεί την επιτομή και απόδειξη της ύπαρξης της Δημοκρατίας για την οποία τόσο έχει αγωνισθεί το Έθνος μας από ανέκαθεν είναι όχι μόνο διαβλητή αλλά και προετοιμασμένη για εύκολη και γρήγορη νοθεία σε επίπεδο δεύτερης και τρίτης επεξεργασίας δεδομένων τουλάχιστον. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι μπορεί να γίνει και σε πρώτο επίπεδο ( αφού όλα τα έγγραφα έχουν την ίδια μοναδικότητα και εγκυρότητα ενός μπακαλοτέφτερου ) αλλά βλέποντας το πόσο σοβαρά και με σεβασμό οι Πολίτες που προσήλθαν να εκτελέσουν χρέη εφορευτικής επιτροπής έδρασαν ( όχι μόνο φέτος αλλά και την άλλη φορά που υπήρξαμε μέλη ) θεωρούμε ότι δειγματοληπτικά έχει δειχθεί ότι σε πρώτο επίπεδο οι Έλληνες ενδιαφέρονται για την σωστή αποτύπωση των ψήφων.

Συνεπώς, και μόνο με αυτά τα στοιχεία οι εκλογές και δη το εκλογικό αποτέλεσμα είναι αφερέγγυο, γεγονός που πρέπει να το καταστήσει άκυρο.

Δυστυχώς, όμως, δεν είναι μόνο αυτά τα στοιχεία που οφθαλμοφανώς υποδεικνύουν ότι η ψηφοφορία δεν αντικατοπτρίζει την πραγματική Λαϊκή βούληση.

Παρακολουθήσαμε, πέρα από τις διαδικασίες καταγραφής της ψηφοφορίας, και τους ψηφοφόρους που προσήλθαν στις κάλπες, εγγεγραμμένοι στους εκλογικούς καταλόγους βάσει των δημοτολογίων.

Οι περισσότεροι ήταν άτομα διαφόρων ηλικιών που επιδείκνυαν μία φυσιολογική συμπεριφορά πλήρους συνεργασίας και εγρήγορσης ώστε κάθε μία ψήφος να είναι διαδικαστικά έγκυρη. Μάλιστα, υπήρχε και αρκετή ανοχή σε περίπτωση καθυστερήσεων ακριβώς για να μην γίνουν λάθη.

Υπήρχε όμως και ένα ποσοστό ψηφοφόρων που εμφανώς παρουσίαζαν γνωρίσματα βαρείας διανοητικής καθυστέρησης, άνοιας, ανικανότητας αντίληψης διαδικασιών, ακόμα και ανικανότητας αντίληψης τόπου και χρόνου. Αυτό ήταν πρωτοφανές στις φετινές εκλογές και δεν είχε γίνει αντιληπτό τουλάχιστον στις προηγούμενες που είχαμε παρακολουθήσει. Τα άτομα αυτά συνοδεύονταν από άλλους ψηφοφόρους – κηδεμόνες, είχαν ήδη έτοιμα τα ψηφοδέλτια και χρειάζονταν βοήθεια ακόμα και για να τα διπλώσουν, να τα βάλουν στον φάκελο, χρειάστηκαν οδηγίες για να κλείσουν τον φάκελο και να τον ρίξουν στην κάλπη και όχι στο κουτί των φακέλων που είχε η δικαστική αντιπρόσωπος. Σε αυτό το σημείο πρέπει να επισημάνουμε προς αποφυγή παρεξηγήσεων ότι επ’ ουδενί δεν αναφερόμαστε σε άτομα με ειδικές ανάγκες που δεν άπτονται της νοητικής ικανότητας και αντιλήψεως, ούτε και σε υπερήλικα άτομα τα οποία όμως διαθέτουν επίσης πλήρη αντίληψη.

Τα άτομα τα οποία περιγράφουμε και τα οποία παρακολουθήσαμε να συμμετέχουν στην ψηφοφορία ήταν άτομα που εμφανώς δεν ψήφιζαν κατ’ ουσίαν διότι δεν είχαν αντίληψη ούτε κατανόηση της όλης διαδικασίας. Είναι άτομα τα οποία εννόμως έχουν κηδεμόνα λόγω αναπηρίας νοητικής και συνεπώς όταν ψηφίζουν στην ουσία ο κηδεμόνας τους απλώς διπλοψηφίζει, υπεξαιρώντας την ψήφο τους και χρησιμοποιώντας τα. Έτσι έχουμε διπλή αδικία καθότι άτομα που δεν έχουν την δυνατότητα να προστατευθούν χρησιμοποιούνται για τα συμφέροντα τρίτων και ταυτόχρονα με την ψήφο τους ζημιώνουν τους υπόλοιπους Πολίτες που ψήφισαν συνειδητά, αλλοιώνοντας το εκλογικό αποτέλεσμα. Επίσης, πρέπει να αναφέρουμε ότι όταν αυτό επισημάνθηκε στην δικαστική αντιπρόσωπο, παρ’ όλο που και η ίδια συμφώνησε ότι δεν θα έπρεπε αυτά τα άτομα να ψηφίζουν, είπε ότι θα ήταν παράνομο να τα εμποδίσει καθώς ήταν εγγεγραμμένα στους καταλόγους και προστάτεψε όσο μπόρεσε την διαδικασία με το να χωρίσει το άτομο από τον κηδεμόνα του εντός του παραβάν μπαίνοντας η ίδια μαζί του εκεί. Επεσήμανε όμως και η ίδια ότι ήταν σαφές ότι το άτομο δεν ήξερε τι έκανε.

Συνήθης δικαιολογία στο γιατί δεν εφήρμοσε τον Νόμο ούτε στα μέλη εφορευτικής επιτροπής που δεν παρουσιάστηκαν και ούτε έφεραν δικαιολογητικό απουσίας με εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο ούτε και σχετικά με άτομα που δεν είχαν σώας τας φρένας ( ή δεν φαίνονταν να τα έχουν ) ήταν ότι « θα καθυστερούσε πολύ η ψηφοφορία στο τμήμα και δεν θα έβγαινε και τίποτα».

Σε μία περίπτωση ( την πρώτη ) δεν θέλησε να ζητήσει και την απαραίτητη υπεύθυνη δήλωση ότι δεν θα ψηφίσει αλλού από έναν αστυνομικό ψηφοφόρο, αλλά επειδή το απαίτησε εκλογικός αντιπρόσωπος και μαζί με παρόντες Πολίτες τον υποχρέωσε να την δώσει παρ’ όλο που ο ίδιος δεν ήθελε και έκτοτε η αντιπρόσωπος δεν τόλμησε να μην την ζητήσει από όσους έπρεπε να την δώσουν.

Βλέπουμε λοιπόν ότι στην ουσία αυτό το οποίο μας ανακοινώνεται ως εκλογικό αποτέλεσμα εμπεριέχει τόσα επίπεδα διαβλητότητας ( ιδιαιτέρως αφού το ίδιο το επιβλέπον δικαστικό σώμα και δεν τηρεί πλήρως την νομοθεσία και δεν ενημερώνει επαρκώς τους Πολίτες με τους οποίους συνεργάζεται ), αντικρουόμενων παραγόντων ( confoundings ) και τόσα στάδια στην διαδικασία επεξεργασίας δεδομένων είναι αφανή και αδιαφανή που σε καμμία περίπτωση δεν μπορούμε να μιλάμε για έγκυρα, ανόθευτα, αδιάβλητα και αντιπροσωπευτικά αποτελέσματα.

Να αναφέρουμε μόνο ότι στην παρούσα καταγραφή των ατασθαλιών, παρατυπιών και παρανομιών δεν έχουμε αναφέρει παραμέτρους στις οποίες δεν ήμασταν αυτόπτες μάρτυρες όπως, ο υπολογισμός ψήφων των φυλακισμένων, των Πολιτών σε καράβια εντός και εκτός της επικράτειας, των ετεροδημοτών, των εν υπηρεσία Πολιτών ( από αστυνομικούς, λιμενικούς, πυροσβέστες και δικαστικούς έως στρατιώτες και άλλους παρόμοια υπηρετούντες δημοσίους υπαλλήλους ), των Ελλήνων της Διασποράς και των διπλωματικών καθώς και όλων των καινούργιων μεθόδων που επιστρατεύθηκαν όπως μετάδοση αποτελεσμάτων στο Υπουργείο Εσωτερικών μέσω κινητού τηλεφώνου, κλπ.